Sunday, July 19, 2020

Περί τέχνης

Ορίζω ως τέχνη οποιαδήποτε πράξη μεταβολής.
Οποιοσδήποτε ορισμός απαιτεί κάποιο αξίωμα. Η έννοια της ύπαρξης απαιτεί να αξιώσουμε την αλήθεια των αισθήσεών μας: ότι αυτό που αισθανόμαστε* υπάρχει. Δεν υπάρχουμε ή μάλλον δεν ξέρουμε αν υπάρχουμε, αξιώνουμε ότι υπάρχουμε και δεν μπορούμε να το αποδείξουμε. Η τέχνη λοιπόν αποχτά νόημα, ορίζεται μέσω αυτού του αξιώματος των αισθήσεων. Οι αισθήσεις ενός υποκειμένου τι άλλο είναι ωστόσο πέρα από τη μεταβολή του; Από μία συγκεκριμένη οπτική λοιπόν υπάρχουμε μέσω της τέχνης.
Όσο για τις πράξεις ή μάλλον για ό,τι υπάρχει δίχως να μεταβάλλεται δε μιλώ. Εφόσον η ύπαρξη είναι αντιληπτή μόνο μέσω μεταβολών, η αμετάβλητη ύπαρξη είναι παράλογη ή και παράδοξη. Ακόμη και αν υπάρχει τη θεωρώ ως απροσπέλαστη, άφατη και κατά συνέπεια δε με απασχολεί σε αυτό το δοκίμιο.
Αυτό που ονομάζουμε ύπαρξη μέσα στην ενότητά του έχει και πολλές – ίσως άπειρες – πτυχές. Η τέχνη εξ ορισμού βρίσκεται σε όλες αυτές τις πτυχές. Υπάρχει η τέχνη της σκέψης, της σωματικής κίνησης, της αναπνοής, της ζωγραφικής, του φιλιού, της κατασκευής πλοίων, του σκαψίματος, της οδήγησης, της τεμπελιάς, του πειράματος και ούτω καθεξής.
Στις κοινωνικές συνθήκες της ιστορικής εκδοχής που ζούμε, συχνά αναφέρεται ως δίπολο η σχέση επιστήμης και τέχνης, ωσάν να είναι ως ένα βαθμό τουλάχιστον αντιθετικές έννοιες. Σε αυτές τις συνθήκες δε χρησιμοποιείται ο ορισμός που έδωσα. Με βάση αυτόν τον ορισμό αν υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτό το δίπολο έγκειται στη διαφορά μεταξύ φυσικής και μεταφυσικής τέχνης. Στη φυσική, επιστημονική τέχνη όλες οι σχέσεις που προσεγγίζουμε με τις αισθήσεις μας έχουν μία συνοχή και μία συνέπεια. Δεν μπορώ να πω ότι υπάρχει ένα ψάρι μέσα στο κρανίο μου. Ακόμη και αν ζωγραφίσω το κρανίο μου με μια τρύπα όπου ξεπροβάλλει ένα ψάρι, αυτό γίνεται μέσω μίας ερμηνευτικής που λέει ότι ο εγκέφαλός μου μέσω φυσικών διεργασιών παρήγαγε αυτήν την εικόνα και την απεικόνισε στον καμβά. Στη μεταφυσική τέχνη, μπορώ να δημιουργήσω ένα άλλο σύστημα λογικών κανόνων και κατά συνέπεια ένα σύμπαν όπου μπορώ να έχω ένα ψάρι μέσα στο κρανίο μου, χωρίς να με ενδιαφέρει το αν έχω ποτέ αισθανθεί, παρατηρήσει το αν αυτό συμβαίνει ή αν είναι συνέπεια των σχέσεων μεταξύ παρατηρηθέντων συμβάντων. Άρα δεν τίθεται διαφορά μεταξύ τέχνης και επιστήμης αλλά μεταξύ διαφορετικών ερμηνευτικών των ίδιων αισθήσεων. Που όσο διαφορετικές και αν είναι οι ερμηνευτικές αλληλοεπηρεάζονται: όταν τα αξιώματά μας είναι συνεπή και πλήρη, μέσα από το δικό μας κόσμο μπορούμε να φανταστούμε άλλους κόσμους και μέσα από τη φαντασία άλλων κόσμων μπορούμε να χτίσουμε το δικό μας.
Ως προς την ηθική και την αισθητική, που στο κοινωνικό μας πλαίσιο συχνά συγκεκριμένες εκδοχές τους εσφαλμένα ταυτίζονται με την τέχνη, είναι πάντα σχετικές με το τι επιλέγουμε να θεωρήσουμε ως ηθικό και όμορφο. Καταρχήν τα δύο δε διαφέρουν και τόσο. Ιστορικά το όμορφο παραπέμπει στις αισθήσεις του σώματος. Όμως συχνά χαρακτηρίζουμε μία πράξη όμορφη. Είναι απλά η πράξη που ολοκληρώνει ή ωθεί σε ολοκλήρωση μία σχέση που έχουμε ορίσει ως καλή, ηθική. Για κάποιον ένας ερωτικός σύντροφος είναι όμορφος όταν έχει κάποια εμφανισιακά χαρακτηριστικά που έχει συνηθίσει να βλέπει ή κάποια που για άλλους λόγους του προκαλούν αισθητική ευχαρίστηση. Για κάποιον άλλον όταν έχει μία συμπεριφορά που τον κάνει να νιώθει άνετα. Για κάποιον άλλο επειδή έχει μία δεξιότητα. Για κάποιον άλλο για ένα συνδυασμό αυτών ή άλλων λόγων. Για κάποιον που εκτιμά τη δεινότητα στο λογικό σύστημα που μπορεί να παράξει τεχνολογία, η δημιουργία μίας ατομικής βόμβας είναι ποιητικό αριστούργημα. Για κάποιον που εκτιμά τα τεχνολογικά επιτεύγματα αλλά με στόχο τη συνέχεια της ανθρωπότητας, ατομική βόμβα είναι ένα κορυφαίο επίτευγμα μεν καταστροφής δε. Για κάποιον άλλο είναι όλα εντελώς αδιάφορα. Οι αισθήσεις που αξιώνουμε είναι σύμφυτες με τη δική μας μεταβολή ως προς τον άλλο που αισθανόμαστε: για παράδειγμα δε βλέπω μία ατομική βόμβα να εκρήγνυται μόνο, αλλά κάτι που με κάνει και κλαίω για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Αξιώνουμε και ηθική ως προς το με βάση ποια σχέση τα γεγονότα μας μεταβάλλουν και τα μεταβάλλουμε.
Τέλος, εδώ θίγεται το έμμεσα ένα από τα δύο εναπομείναντα κοινωνικά ζητήματα στα οποία θέλω να αναφερθώ: η εμπρόθετη παραγωγή τέχνης. Δεν παράγεται τέχνη απαραίτητα κατ’ επιλογήν του τελικού αποτελέσματος, όπως διατείνονται διάφοροι. Η επιλογή και η βούληση είναι βέβαια μεγάλα θέματα. Θα αρκεστώ στο να πω ότι ως βούληση ορίζω την ικανότητα ενός υποκειμένου ως τέτοιου σε ένα σύνολο υποκειμένων να έχει βαθμούς ελευθερίας κινήσεων. Πολλές φορές ούτε μας περνάει από το νου η δημιουργία ενός πράγματος και απλά προκύπτει μέσα από την αλληλεπίδραση με τα γεγονότα. Κάποιες άλλες θέλουμε να κάνουμε κάτι, το προσπαθούμε και προκύπτει κάτι απροσδόκητο. Και άλλες υπολογίζουμε μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια του έργου ή παράγουμε το έργο εντελώς απροσχεδίαστα πάλι μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Ισχύει οποιοσδήποτε συνδυασμός των παραπάνω.
Το άλλο κοινωνικό ζήτημα είναι η διαφορά ανάμεσα στη δεξιοτεχνία και την τέχνη, η οποία πάλι είναι ένας τεχνητός διαχωρισμός. Και η μαραγκός τέχνη κάνει και η ζωγράφος το ίδιο. Συνήθως η δεξιοτεχνία προβάλλεται ως κατώτερη, κάτι στο ποίο σίγουρα παίζει ρόλο η αντίληψη της χειρωνακτικής εργασίας ως κατώτερης σε διάφορες κοινωνίες. Αν υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτό είναι αφενός ότι οι δεξιοτεχνίες συνήθως μαθαίνονται πιο εύκολα και είναι πιο προσβάσιμες και αφετέρου δεν αγγίζουν τόσο κάποιους γνωστικούς πυρήνες. Γιατί έχουμε γνωστούς ζωγράφους και όχι γνωστούς μαραγκούς; Ίσως γιατί η αντίληψη της γεωμετρίας και της κίνησης που έχουν αποτυπωθεί από ζωγράφους έχει ένα εύρος και ένα βάθος που δεν αγγίζει το έργο τέχνης ενός μαραγκού όσο χρήσιμο και αν είναι, που βέβαια και είναι. Η αντίληψη αυτή – των αξιόλογων ζωγράφων – μας επιτρέπει να δημιουργούμε καλύτερα και περισσότερο. Από την άλλη δε νοείται παραγωγή τέχνης δίχως τα τεχνικά μέσα και φυσικά δεν είναι απαραίτητο – αν όχι δυνατό – τα τεχνικά μέσα να είναι διαχωρισμένα από την τέχνη.
Έτσι λοιπόν, όταν σκεφτόμαστε την τέχνη, είναι σημαντικό να αναρωτιόμαστε τι είναι, αλλά όχι αν θα κάνουμε τέχνη, μόνο ποια τέχνη θα κάνουμε και πώς.

* Ως αίσθηση ορίζω οτιδήποτε αντιλαμβανόμαστε. Και μία σκέψη είναι αίσθηση για παράδειγμα. Είτε σκεφτόμαστε λέξεις είτε εικόνες είτε οτιδήποτε άλλο, έχουμε αντίληψη, αίσθηση της σκέψης.


6/7/2020

No comments:

Post a Comment

Note: Only a member of this blog may post a comment.