Sunday, November 19, 2023

Νέα άνοδος του ολοκληρωτισμού, της ακροδεξιάς και διέξοδοι

στο δυτικό κόσμο και στην Ελλάδα


    Στον αποκαλούμενο δυτικό κόσμο που βρίσκεται κυρίως στην Ευρώπη και στην Αμερική, τα τελευταία αρκετά χρόνια παρατηρούμε μια σταθερή άνοδο στην κεντρική πολιτική σκηνή, αυτών που αποκαλούμε ακροδεξιά κόμματα. Καθώς οι πολιτικές τους πεποιθήσεις είναι ιστορικά αλλά και ιδεολογικά συνδεδεμένες με τραγωδίες για την ανθρωπότητα (αυταρχικά καθεστώτα, δολοφονίες, εμφύλιους και όχι μόνο πολέμους, γενοκτονίες), αυτή η άνοδος είναι αναμενόμενο να προκαλεί αγωνία σε πολλούς ανθρώπους. Μία ακροδεξιά πολιτική ιστορικά έχει την τάση για αυτόν τον τύπο ολοκληρωτισμού που στηρίζεται στην ανωτερότητα της φυλής και του πολιτισμού των εκάστοτε τοπικών εκπροσώπων του, στην παράδοση όπως αυτοί αυθαίρετα την ερμηνεύουν, στο φόβο και στην εναντίωση απέναντι στο διαφορετικό (φυλή, σεξουαλικός προσανατολισμός), στην εναντίωση στον ορθολογισμό και στην ελεύθερη σκέψη και έκφραση (τέχνη), στην πατριαρχία και στη βίαιη επιβολή των θέσεών της με αστυνομικά, στρατιωτικά και άλλα μέσα όπως η λογοκρισία. Η επανεμφάνιση των ακροδεξιών κομμάτων για την οποία μιλάμε είναι συνεπής σε αυτές τις αρχές της ιστορικής ακροδεξιάς άλλοτε λιγότερο άλλοτε περισσότερο, αν και σε ένα άλλο ιστορικό πλαίσιο από αυτό των προ μερικών δεκαετιών που έχουμε στη μνήμη μας.

    Οφείλουμε να ξεκινήσουμε με τον ορισμό του ολοκληρωτισμού και αυτό γιατί στην πραγματικότητα η ιδεολογία και οι πρακτικές της ακροδεξιάς, αποτελούν μορφή ολοκληρωτισμού. Ως ολοκληρωτισμό μπορούμε να ορίσουμε τη συγκροτημένη δράση ενός ατόμου, μιας ομάδας ή μιας κοινωνίας στη σφαίρα επιρροής τους, η οποία δράση επιβάλλει τις ιδέες και τις πρακτικές της οντότητας που εκφράζει και αρνείται και καταστρέφει οποιαδήποτε διαφοροποίηση από αυτές. Μερικά παραδείγματα ολοκληρωτισμού μπορούν να είναι μία διαπροσωπική σχέση όπου το ένα μέρος εξουσιάζει πλήρως το άλλο μέρος, ένας εργασιακός τόπος όπου μια ομάδα ή μια μονάδα εκμεταλλεύονται οικονομικά τους άλλους, δρουν ανεξέλεγκτα, χωρίς λογοδοσία και ισοπεδώνουν όποιο άτομο αντιτάσσεται στη θέση τους και φυσικά μία τυπική, με την έννοια του θεσμού, ή άτυπη, με την έννοια ενός κυρίαρχου δικτύου ανθρώπων στην κοινωνία, πολιτική εξουσία σε μία κοινωνία-χώρα. Επίσης το αποκορύφωμα του ολοκληρωτισμού μάλλον πάντα συνοδεύεται από κάποιο βαθμό τρομοκρατίας. Ο εκάστοτε εχθρός, ο έστω και λίγο διαφορετικός άλλος, κινδυνεύει να χάσει τη σωματική του ακεραιότητα ή την εργασία του ή την πρόσβαση σε αγαθά ή την κοινωνική του υπόληψη ή την ίδια του τη ζωή ή σε κάθε περίπτωση ό,τι του είναι ζωτικό. Ο ολοκληρωτισμός δεν έχει όρια ως προς τον τόπο, το χρόνο και οποιοδήποτε χαρακτηριστικό των φορέων του ούτε ως προς το ιδεολογικό τους πλαίσιο. Σε οποιοδήποτε μέρος, οποιαδήποτε εποχή, οποιαδήποτε ανθρώπινη οντότητα ανεξαρτήτως φύλου, φυλής, οικονομικής κατάστασης και ιδεολογικής κατεύθυνσης μπορεί να δράσει ολοκληρωτικά.

    Αξίζει να σημειωθεί ότι ιστορικά πέρα από τον ακροδεξιό ολοκληρωτισμό έχουμε και τον ολοκληρωτισμό των επονομαζόμενων κομμουνιστικών καθεστώτων. Και ενώ μπορούμε να μιλάμε για ολοκληρωτισμό της πατριαρχίας ή του νεοφιλελευθερισμού και των αγορών, μπορούμε να μιλήσουμε και για ατομιστικό, για αριστερό, για φεμινιστικό, για αναρχικό ολοκληρωτισμό και ούτω καθεξής. Αν και εδώ εστιάζουμε στον ακροδεξιό ολοκληρωτισμό, δεν μπορούμε να τον δούμε ανεξάρτητα από τις άλλες μορφές του και να τις αποσιωπήσουμε, χωρίς αυτό να σημαίνει την άκριτη τήρηση ίσων αποστάσεων. Οποιαδήποτε ενίσχυση του ολοκληρωτισμού μάλλον ενισχύει και την ακροδεξιά εκδοχή του. Σε αυτό το δοκίμιο θα ψηλαφήσουμε τα αίτια που οδηγούν στην άνοδο της ακροδεξιάς στο δυτικό κυρίως κόσμο και ιδιαίτερα στην Ελλάδα καθώς και θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε μερικά παραδείγματα αντιμετώπισης μέσα από μια θετική προοπτική για τις κοινωνίες μας και όχι μόνο αντιδραστικά. Τα αίτια θα τα εξετάσουμε και ανάλογα με το χώρο στον οποίο εδράζονται στη δημόσια, την κοινωνική – με την έννοια των κοινωνικών ομάδων - και την ιδιωτική σφαίρα. Θα δούμε για παράδειγμα την ευρύτερη κοινωνική και οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι άνθρωποι, τις ιδεολογικές τάσεις της κοινωνίας, την πολιτική που παράγουν χώροι και κινήματα, το ήθος και την πολιτική που καλλιεργεί ο δημόσιος βίος σε χώρους όπως αυτός της παιδείας, τέχνης και των μέσων ενημέρωσης ανάμεσα σε άλλα.

    Ας ξεκινήσουμε με τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Όπως έχουμε δει στο παρελθόν, τα ακροδεξιά κινήματα έχουν ριζώσει σε περιόδους έντασης των κοινωνικών ανισοτήτων. Όταν οι άνθρωποι πιέζονται πολύ οικονομικά και τίθεται σε αμφιβολία η επιβίωσή τους συσσωρεύουν οργή και νιώθουν την ανάγκη για επιστροφή σε καταστάσεις που δίνουν την αίσθηση της ασφάλειας ή για προσφυγή σε σωτήρες και υποσχέσεις σωτηρίας. Η οργή προκαλεί επιθετικότητα και προς το υπάρχον πολιτικό σύστημα αλλά και προς οτιδήποτε διαφορετικό που χρειάζεται επιπλέον κόπο η διαχείρισή του, όπως ένα μεταναστευτικό ρεύμα. Φυσικά η οργή ψάχνει και αποδιοπομπαίους τράγους, μετανάστες για παράδειγμα, γιατί μία μεγάλη μάζα ανθρώπων δεν αρέσκεται στο να αναλαμβάνει ευθύνες για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ούτε στο να κοπιάζει για να σκεφτεί τα βαθύτερα αίτια των καταστάσεων, ειδικά όταν βρίσκεται υπό πίεση αλλά και έλλειψη χρόνου. Η έλλειψη ελεύθερου χρόνου είναι κομβικότατος παράγοντας, καθώς ένας άνθρωπος που εργάζεται ατέλειωτες ώρες ούτε το χρόνο ούτε τα ψυχικά αποθέματα έχει για να μπορέσει να αντιληφθεί την κατάσταση στην οποία βρίσκεται, να αναπτύξει την κριτική του ικανότητα και να εξελιχθεί για να μπορεί να βιώνει ολοκληρωμένα τη ζωή του και να ανταπεξέρχεται στα προβλήματά του. Κατά συνέπεια, ρητορικές που απορρίπτουν συλλήβδην το πολιτικό σύστημα και επιτίθενται στο διαφορετικό, καλώντας παράλληλα σε μια επιστροφή στην παράδοση ή υποσχόμενες την υλοποίηση άπιαστων ονείρων, αφενός ικανοποιούν την ανάγκη του όχλου για εκτόνωση της – συχνά δικαιολογημένης – οργής, αφετέρου δίνουν μια αίσθηση ασφάλειας στην προοπτική επιστροφής σε ένα γνώριμο, εξιδανικευμένο παραδοσιακό παρελθόν ή μια αίσθηση ανάτασης με υποσχέσεις υλοποίησης φαντασιώσεων. Είναι γεγονός ότι στις δυτικές κοινωνίες μετά τη δεκαετία του 1990, άρχισε να βαθαίνει αισθητά το χάσμα της οικονομικής ανισότητας, έγιναν τακτικές οι οικονομικές κρίσεις και πλέον σε αρκετά μέρη μπορούμε να μιλήσουμε για μάζες φτωχοποιημένων ανθρώπων.

    Οι άνθρωποι αυτοί επιπλέον αισθάνονται απαξιωμένοι αλλά και εξαπατημένοι, προδομένοι. Σχεδόν πάντα οι κυβερνήσεις που ψηφίζουν τους εξαπατούν. Τους υπόσχονται ότι θα βελτιώσουν τις ζωές τους και τελικά αυτό δε συμβαίνει, την ίδια στιγμή που τα μέλη των κυβερνήσεων είναι τουλάχιστον προκλητικά εύπορα. Αυτό συχνά συνδυάζεται και με διαφθορά στο πολιτικό σύστημα, με ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης και δικαστικό σύστημα και οικονομικά σκάνδαλα. Μια κατάσταση που δεν αφήνει περιθώρια κοινωνικής εμπιστοσύνης, γιατί ο άλλος στο δημόσιο χώρο δε νοείται ως συμπολίτης αλλά ως πιθανός εκμεταλλευτής και εχθρός. Προκαλεί αισθήματα κοινωνικού μίσους το οποίο ψάχνει διόδους να περάσει και η ρητορική μίσους που προσφέρουν τα ακροδεξιά μορφώματα σε συνδυασμό με την ασφάλεια εντός μιας ακροδεξιάς αγέλης αποτελούν πρόσφορο έδαφος. Όπως πρόσφορο έδαφος αποτελεί και η αυξανόμενη απόγνωση στην οποία βρίσκονται οι κοινωνίες μας λόγω των αλλεπάλληλων κρίσεων. Οικονομικές κρίσεις, πανδημία, πόλεμοι και κλιματική κρίση δημιουργούν ένα ζοφερό τοπίο στο οποίο οι άνθρωποι δυσκολεύονται να φανταστούν πως έχουν μέλλον και προοπτική. Είναι προφανές ότι απαιτείται η εξάλειψη των κοινωνικών ανισοτήτων και η δημιουργία προοπτικής. Το πρώτο ζήτημα το ποίο θα έπρεπε να τεθεί είναι η κερδοφορία των λίγων και η εξουσία τους πάνω στα πολιτικά συστήματα. Εκεί βρίσκει κανείς και μία κύρια αιτία για τις οικονομικές κρίσεις, τη φτωχοποίηση αλλά και για την κλιματική κρίση. Η κυριαρχία αυτού που ονομάζουμε αγορές δεν μπορεί να συνεχίσει να δρα ανεξέλεγκτη. Απαιτείται αναδιανομή πλούτου και μέσων παραγωγής, μέσω φορολόγησης για παράδειγμα, και έλεγχος των αγορών ώστε ο πλούτος που παράγεται και τα μέσα παραγωγής να είναι προσβάσιμα στην κοινωνία και να μη συσσωρεύονται στα χέρια λίγων. Επιπλέον, απαιτούνται όρια στην παραγωγή και στην κατανάλωση αλλά και ποιοτικοί κανόνες παραγωγής που θα λαμβάνουν υπόψη τους απαραίτητους οικολογικούς στόχους. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να τονιστεί ότι η παραγωγή αγαθών είναι πολύ σημαντική και ότι η αφθονία, σε αντιδιαστολή με τον καταναλωτισμό και την ευμάρεια, είναι θεμέλιο της ανάπτυξής μιας κοινωνίας.

    Στα αίτια της ακροδεξιάς στροφής της κοινωνίας εντάσσεται και η καταστροφή των αξιών και του κοινωνικού ιστού που έφερε η κυριαρχία των αγορών. Η αύξηση του κέρδους και της κατανάλωσης από τις μάζες οδήγησε σε άλλα ή μάλλον αλλοτριωμένα πρότυπα παραγωγής αλλά και κοινωνικής οργάνωσης. Οι άνθρωποι εγκαταστάθηκαν στα αστικά κέντρα και χάθηκε κοινοτικός τρόπος ζωής που χτίστηκε μέσα σε αιώνες. Τα παιδιά δε μεγαλώνουν σε ένα πλαίσιο ευρύτερης οικογένειας και γειτονιάς με άλλα παιδιά, συγγενείς και γείτονες. Είναι κλεισμένα σε ένα κουτί από τσιμέντο. Πολύ συχνά παρατημένα μόνα τους γιατί οι γονείς δουλεύουν πολλές ώρες. Αντί για ανθρώπους έχουν υπολογιστές με τους οποίους αλληλεπιδρούν. Σε χώρες όπως η Ελλάδα, στο σχολείο είναι φορτωμένα με τεράστια ύλη εκμάθησης χωρίς χρόνο να παίξουν. Ο άνθρωπος είναι φύσει κοινωνικό ζώο και έχει ανάγκη από τη συνύπαρξη με την υπόλοιπη φύση. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής είναι βάρβαρος. Επιπλέον, ένας άνθρωπος για να δείξει ανθρωπιά σε άλλους πρέπει να έχει πάρει αγάπη, πράγμα το οποίο δε συμβαίνει όταν μεγαλώνει κανείς παρατημένος σε ένα διαμέρισμα. Επίσης, όταν υπάρχει ένας κοινωνικός περίγυρος (γιαγιάδες, παππούδες, γονείς και παιδιά στη γειτονιά) μοιράζεται και παιδαγωγεί με αξίες. Δεν είναι τυχαίο που στις τελευταίες εκλογές στην Ελλάδα η ακροδεξιά σημείωσε τα μεγαλύτερα ποσοστά σε νεαρές ηλικίες ψηφοφόρων 17-24. Βέβαια, όμοια κατάσταση βιώνουν και οι ενήλικες. Το απάνθρωπο αστικό τοπίο, η αλλοτρίωση σε συχνά κακές και δίχως νόημα εργασιακές συνθήκες, η εργασιακή επισφάλεια, η έλλειψη κοινωνικής ζωής και αλληλεγγύης αποκτηνώνει τους ανθρώπους. Η βαρβαρότητα και ο μόχθος κάνει τους ανθρώπους βάρβαρους και μοχθηρούς. Μία συνθήκη που υποδαυλίζεται από τις κυρίαρχες αξίες που δεν έχουν τον άνθρωπο στο κέντρο τους αλλά την κατανάλωση, τον ατομισμό, την ιδιοκτησία και το κύρος. Και η συνολικότερη συνθήκη τείνει να επιβάλλεται όλο και πιο ασφυκτικά και η διέξοδος από αυτή να μοιάζει αδύνατη έως αδιανόητη. Δεν πρέπει να σταματήσουμε να την αναζητούμε όμως. Η αποκέντρωση και η δημιουργία κοινοτήτων (επιχειρήσεων, γειτονιών) που βρίσκονται σε εγγύτητα με τη φύση και έχουν τις ανθρώπινες σχέσεις και ανάγκες στο κέντρο τους αποτελούν ένα σημαντικό τμήμα για μια πιθανή διέξοδο.

    Η προηγούμενη παράγραφος ξεκίνησε θίγοντας το ζήτημα της κατάλυσης των παραδοσιακών αξιών. Καταρχήν η κατάλυση αυτή δεν πρέπει να αποδοθεί αποκλειστικά στην επέλαση των αγορών. Υπάρχουν διάφορες αιτίες μεταξύ των οποίων και η επιρροή των κινημάτων του υπαρξισμού και μάλλον ακόμη περισσότερο του μεταμοντερνισμού. Με όλα τους τα θετικά και την απελευθέρωση που έφεραν αυτά τα κινήματα, ο υπαρξισμός διατεινόμενος ότι δεν υπάρχει αντικειμενικό νόημα στη ζωή και πως ο ίδιος ο άνθρωπος επιλέγει τις αξίες της ζωής του και τη νοηματοδοτεί, και ο μεταμοντερνισμός αμφισβητώντας την αντικειμενικότητα καθαυτή και προτάσσοντας την υποκειμενική αλήθεια, άνοιξαν την πόρτα στη νοοτροπία ότι όλα είναι αποδεκτά, όλα είναι αμφισβητήσιμα και όλα είναι θέμα υποκειμενικής οπτικής. Αυτό δεν αποτιμάται από μόνο του ούτε ως αρνητικό ούτε ως θετικό και αποτελεί ένα κεφάλαιο το οποίο ξεφεύγει από τα όρια αυτού του κειμένου. Ωστόσο, συντέλεσε δραστικά στην αμφισβήτηση όλων των αξιών, των κανονικοτήτων, των παραδόσεων και συχνά των επιστημονικών αληθειών. Πλέον αμφισβητούμε την ύπαρξη του φύλου, το νόημα του γάμου, της θρησκείας, της οικογένειας, της πατρίδας και πολλών άλλων. Και ενώ ο κριτικός νους είναι πλούτος και μία τέτοια προσέγγιση συχνά απελευθερώνει από τα δεσμά παραδόσεων και δογμάτων, στον αντίποδα προκύπτει αντιδραστικότητα η οποία δρα ισοπεδωτικά σε ιδέες και πρακτικές οι οποίες είναι κομβικής σημασίας για τις κοινωνίες καθώς και σε κάποιες αντικειμενικές αλήθειες που χωρίς αυτές περνάμε σε ένα πλαίσιο παραλογισμού. Για παράδειγμα η θρησκεία ιδωμένη ως ένα σύστημα αξιών και όχι ως ένα σύστημα δογμάτων επιβεβλημένων από ιερατεία είναι απαραίτητη για την ύπαρξη ενός κοινωνικού σώματος. Η σαρωτική αμφισβήτηση των αξιακών συστημάτων και πρακτικών έχει αφήσει ένα κενό, ώστε το κοινωνικό σύνολο να δρα ανερμάτιστο και δίχως ζωτικές αξίες και πρακτικές. Ένα φαινόμενο το οποίο συμβαίνει παράλληλα με την καταστροφή του λογικού. Χωρίς να υπάρχει ο ισχυρισμός ούτε πως η λογική επικρατούσε ποτέ στα κοινωνικά σύνολα ούτε ότι είναι ο μόνος πυλώνας που γεννά αξίες – οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την υποκειμενική καθώς και την οργιαστική και εκστατική πλευρά του ανθρώπου, την Απολλώνια διάστασή του μαζί με τη Διονυσιακή – παρατηρούμε την τάση της υιοθέτησης αυθαίρετων πεποιθήσεων και πρακτικών κατά το δοκούν. Η μείωση της ποιότητας ζωής λόγω έλλειψης σημαντικών πρακτικών και παραδόσεων, η άρνηση αξιών και η καταστροφή του λογικού κάνουν τους ανθρώπους ευάλωτους σε ακροδεξιές ρητορικές, καθώς αποζητούν σταθερότητα αλλά και λόγω έλλειψης αξιών και λογικής μπορούν να γίνονται κυνικοί, αδίστακτοι και να υιοθετούν άκριτα ιδεολογίες. Ο σεβασμός στην ελευθερία της επιλογής σε συνδυασμό με τη μη ισοπέδωση σημαντικών παραδοσιακών αξιών, την υιοθέτηση νέων σημαντικών αξιών και μιας παιδείας της λογικής και της επιθυμίας μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στα προβλήματα που προκαλούνται από την ισοπεδωτική αμφισβήτηση και την κατάλυση του λογικού.

    Ως προς την κατάλυση του λογικού και πολλών άλλων που σχετίζονται με την άνοδο της ακροδεξιάς ευθύνη φέρουν και πολιτικοί χώροι και κινήματα. Παρότι η χρήση των ορολογιών αριστερά και δεξιά πολιτική, αναρχία και ούτω καθεξής αποτελούν γενικεύσεις και παρουσιάζουν μια πολύ μερική και συχνά παρωχημένη περιγραφή κοινωνικών τάσεων, και πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσοχή και κριτική ματιά, δεν παύει να έχει την χρησιμότητα της συνεννόησης σε ένα πιο αφαιρετικό και γενικό πλαίσιο. Επίσης όσα προβληματικά θα αποδοθούν σε κάθε πολιτικό χώρο στη συνέχεια δε σημαίνει ότι εμφανίζονται πάντοτε σε αυτόν τον πολιτικό χώρο ή πως δεν εμφανίζονται σε άλλους. Το ζητούμενο είναι κατά βάση ποιες είναι προβληματικές στάσεις και όχι απαραίτητα πού εμφανίζονται. Ξεκινώντας από τον αποκαλούμενο χώρο της αριστεράς, αυτός συχνά ακολουθεί λαϊκιστικές πρακτικές ή έχει εμμονές σε ιδεοληψίες. Για παράδειγμα όσον αφορά το ζήτημα της ισότητας μεταξύ των πολιτών το μεταχειρίζεται τακτικά σε βάρος της αξιοκρατίας, λόγω ιδεολογικής παράδοσης πως όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι είναι δύσκολο οι κατάλληλοι άνθρωποι να βρεθούν στις κατάλληλες θέσεις και να τεθεί ένας πήχης που θα επιτρέπει τη βελτίωση. Φυσικά κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός και μπορεί να προσφέρει με τον τρόπο του και οφείλουν να υπάρχουν συστήματα που δίνουν τη δυνατότητα προσφοράς στους ανθρώπους και την αγκαλιάζουν. Ωστόσο η πρόοδος και η επιβίωση μιας κοινωνίας στηρίζονται στην παραγωγή του βέλτιστου έργου και δεν είναι όλοι οι άνθρωποι κατάλληλοι για το βέλτιστο έργο σε όλους τους τομείς. Αν τοποθετούνται εκπαιδευτικοί στα δημοτικά σχολεία που δεν ξέρουν να λύσουν μια δευτεροβάθμια εξίσωση, δεν είναι άξιο απορίας το γιατί υπάρχει έλλειμμα κριτικής σκέψης και αντίληψης. Και αν συχνά το επίπεδο των ανθρώπων του αριστερού χώρου είναι ξεκάθαρα χαμηλότερο από τις ιδέες τις οποίες λένε ότι πρεσβεύουν δεν είναι τόσο παράξενο όταν δεν υπάρχουν κριτήρια αξιολόγησης των μελών του, χωρίς αυτή να είναι η μοναδική αιτία.

    Σε αντίστοιχο πλαίσιο ιδεοληψιών ή προβληματικής κουλτούρας της αριστεράς μπορούν να προστεθούν η εμμονή στη διαμαρτυρία, η εναντίωση στην παραγωγή και στην επιχειρηματικότητα αντί για την εναντίωση στην υπερσυσσώρευση πλούτου, η ιδεολογική αποδοχή των αποκαλούμενων κομμουνιστικών καθεστώτων του παρελθόντος, η διαπλοκή με κοινωνικά και οικονομικά διεφθαρμένες ομάδες, η βόλεψη και ο δήθεν ριζοσπαστισμός, ο συγκεντρωτισμός με τον οποίο θέλουν να ασκούν εξουσία και η συσχέτιση με σκληροπυρηνικές τάσεις κινημάτων μεταξύ άλλων. Είναι σύνηθες ο ρόλος της αριστεράς αλλά και ευρύτερα προοδευτικών χώρων να περιορίζεται στην ανάδειξη προβλημάτων και στην αντίθεση σε αυτά χωρίς να υπάρχουν συγκεκριμένα οράματα και προτάσεις. Αυτή η νοοτροπία όχι μόνο είναι ανεπαρκής, αλλά και επικίνδυνη διότι από τη μία πλευρά επενδύει αποκλειστικά στη σύγκρουση και στην αντίθεση και από την άλλη δεν μπορεί να παράξει από μόνη της μια νέα πραγματικότητα γιατί αναφέρεται στο υπάρχον και δεν έχει προτάσεις. Συνδυάζεται αρμονικά με την τάση μεγάλων τμημάτων της αριστεράς να αφομοιώνονται από το υπάρχον σύστημα και παράλληλα να διατείνονται ότι φέρνουν αλλαγή απλώς κατεβαίνοντας σε μία πορεία, αναπαράγοντας συνθήματα περί κοινωνικής ελευθερίας, κάνοντας μια ανάρτηση στο κοινωνικό τους δίκτυο και ό,τι άλλο εύκολο και αδιάφορο γίνεται σε κάθε περίπτωση από μια θέση άνεσης και μη παραγωγής έργου. Επιπρόσθετα υπάρχει έλλειψη αντίληψης της σημασίας της παραγωγικής διαδικασίας στην οικονομία, η οποία είτε προκαλεί μη βιώσιμες προγραμματικές προτάσεις ή όταν μια αριστερή δύναμη είναι στην εξουσία δημιουργεί εν δυνάμει πρόβλημα στην παραγωγή και στην οικονομία.

    Στο ελληνικό πλαίσιο αξίζει να δούμε το πόσο χαίρουν αποδοχής εντός της αριστεράς κοινοβουλευτικά και μη κόμματα τα οποία υποστηρίζουν τον αιμοσταγή δικτάτορα Στάλιν. Κόμματα τα οποία σαφώς μπορεί να έχουν κάποια αξιόλογα μέλη και να έχουν παίξει σε κάποια σημεία ένα θετικό ιστορικό ρόλο, ωστόσο δεν παύουν να είναι ολοκληρωτικά σε ιδεολογία και πρακτικές. Πώς να ιδωθεί διαφορετικά αν κάποιο κόμμα φέρει στον τοίχο του κεντρικού κτιρίου του τη φωτογραφία του Στάλιν; Οι δυνάμεις της αριστεράς συστηματικά αποσιωπούν τη σχέση που έχουν και την αποδοχή που δείχνουν σε καθεστώτα τύπου Στάλιν και είναι άξιο απορίας που συγκαταλέγουν κόμματα σαν τα προαναφερθέντα στις δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου. Η εξωκοινοβουλευτική και η κοινοβουλευτική άνοδος αριστερών ολοκληρωτικών κομμάτων είναι εξίσου ανησυχητική με την άνοδο της ακροδεξιάς. Και προφανώς οποιαδήποτε υποστήριξη ολοκληρωτισμού από την αριστερά είναι συγκοινωνούν δοχείο με την ανάπτυξη της ακροδεξιάς. Αυτή η υποστήριξη καλλιεργεί τον ολοκληρωτισμό στα κοινωνικά στρώματα και προκαλεί συμμετρικές αντιδράσεις από το άλλο άκρο, το δεξιό.

    Επίσης, τα σύγχρονα αριστερά κόμματα είναι αρκετά διαπλεκόμενα με τις οικονομικές εξουσίες ώστε να μην βρίσκονται στη θέση να εφαρμόσουν πολιτικές δίκαιης παραγωγής και διανομής πλούτου αλλά και δεν εστιάζουν στην αποκέντρωση της εξουσίας. Δε γίνεται λίγοι να αποφασίζουν για όλους, όχι γιατί ένα τέτοιο σύστημα δεν είναι ιδεολογικά αποδεκτό αλλά γιατί δεν ευσταθεί από άποψη λογιστικής και είναι καταδικασμένο σε κατάρρευση και παρακμή. Και ο συγκεντρωτισμός, όπως για παράδειγμα ένα κόμμα να οργανώνεται γύρω από έναν αρχηγό και την παρέα του και να υπονομεύει τις κοινότητες υποκαθιστώντας τη δημοκρατική συμμετοχή με τις εκλογές, καλλιεργεί ολοκληρωτισμό. Η αιτιολόγηση μπορεί να δίνεται είτε από τον ηγέτη ως εκφραστή της λαϊκής βούλησης είτε ως πεφωτισμένο. Εξάλλου η αριστερά ιστορικά είναι συνδεδεμένη και με το συμμετρικό αντίθετο του λαϊκισμού, την αυταρχική πρωτοπορία, στην οποία υπάρχει μία πεφωτισμένη ομάδα που ξέρει καλύτερα από το λαό τι πρέπει να κάνει ο λαός και σκοπεύει να του το επιβάλλει. Γίνεται ξεκάθαρο ότι ο ίδιος ο χώρος της αριστεράς είτε από ανικανότητα να δημιουργήσει εναλλακτικές είτε από ιδεοληψία είτε από λαϊκισμό ή πρωτοπορία και συγκεντρωτισμό μεταξύ άλλων συχνά υποδαυλίζει την άνοδο της ακροδεξιάς και δεν αφήνει πολλά περιθώρια για μια αξιόλογη προοδευτική διακυβέρνηση.

    Στα πλαίσια της ιδεοληψίας και του λαϊκισμού παρατηρείται και η στήριξη των σκληροπυρηνικών ολοκληρωτικών τάσεων κινημάτων από τμήματα της αριστεράς. Αν για παράδειγμα εξετάσουμε το φαινόμενο της επιβολής της αποκαλούμενης πολιτικής ορθότητας στα κινήματα κοινωνικής δικαιοσύνης θα βρούμε σαφή στοιχεία ολοκληρωτισμού και παραλογισμού. Συχνά τα τμήματα των κινημάτων με αυτή την συμπεριφορά είναι μειοψηφίες – προς το παρόν – οι οποίες προκαλούν πολύ θόρυβο. Ακόμη οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως, σε αντίθεση με τα ακροδεξιά κινήματα, στον πυρήνα τους τα αιτήματα των κινημάτων αυτών είναι δίκαια και έρχονται να απαντήσουν σε εγκληματικές κοινωνικές σχέσεις έναντι κάποιων κοινωνικών ομάδων. Για παράδειγμα, το φεμινιστικό κίνημα καλείται να αντιμετωπίσει αυτό που ίσως είναι η αρχαιότερη μορφή δουλείας στην ιστορία της ανθρωπότητας, αυτή της γυναίκας από τον άνδρα. Ωστόσο πληθαίνουν τα περιστατικά όπου μέλη του κινήματος αυτού αποκτούν ολοκληρωτικές και παράλογες στάσεις όπως το να επιτίθενται αδιακρίτως σε άτομα τα οποία έχουν διαφωνίες ιδεολογικές μαζί τους ή δε συμμορφώνονται στον τρόπο που αυτά δρουν και εκφέρουν λόγο. Στη συνομοταξία κινημάτων με παρόμοιες συμπεριφορές μπορούν να προστεθούν αρκετά άλλα όπως τμήματα του αναρχικού χώρου που μπορεί να απορρίπτουν οποιαδήποτε εμπορική συναλλαγή ή τμήματα του οικολογικού κινήματος που εναντιώνονται σε οποιαδήποτε τεχνολογική εξέλιξη για παράδειγμα. Ένα κοινό παρονομαστή σε ακραίες συμπεριφορές συνιστούν η μισαλλοδοξία και η νοοτροπία ότι η κάθε ομάδα είναι φορέας της αλήθειας και άλλες ομάδες είναι ανάξιες και όποια ομάδα δεν είναι μαζί τους είναι ενάντιά τους. Προφανώς τέτοια φαινόμενα καλλιεργούν τον ολοκληρωτισμό, δημιουργούν πόλωση και συνθήκες στείρα συγκρουσιακές στην κοινωνία, απωθούν τους προοδευτικούς δημοκρατικούς ανθρώπους και συσπειρώνουν ακροδεξιές τάσεις ως αντίδραση. Τα ίδια τα κινήματα οφείλουν να μην αφήνουν χώρο σε φαινόμενα ολοκληρωτισμού. Δεν έχει νόημα να γκρεμίζονται καταπιέσεις και αδικίες για να χτίζονται νέες. Και κάθε κίνημα και ομάδα οφείλει αφενός να έχει ως βάση κάποιες αξίες αλλά αφετέρου να αναγνωρίζει τη θετική συνεισφορά διαφορετικών ατόμων και ομάδων όπου αυτή υπάρχει και προτού εκδηλώσει την όποια επιθετικότητα να έχει αφουγκραστεί με γνησιότητα την άλλη πλευρά. Απέναντι στο δογματισμό προτάσσουμε όχι μία πολιτική ίσων αποστάσεων αλλά μία πολιτική αντιδογματισμού.

    Αφού εξετάσαμε τον αποκαλούμενο αριστερό και προοδευτικό χώρο δε θα πρέπει να παραλείψουμε τον δεξιό. Αυτός ο χώρος είναι ο κατεξοχήν συνδεδεμένος με τις πολιτικές που ωφελούν την υπερσυσσώρευση πλούτου, την κυριαρχία των αγορών και των εκπροσώπων τους. Ο αντίκτυπος αυτών των πολιτικών έχει ήδη αναλυθεί. Επιπλέον, αν η αριστερά στην Ελλάδα μπορεί να κατηγορηθεί για έλλειψη αξιοκρατίας το ίδιο και η δεξιά, η οποία πηγάζει από το ονομαζόμενο πελατειακό κράτος στο οποίο οι άνθρωποι που κατέχουν σημαντικές θέσεις είναι αυτοί που ανήκουν στα κυκλώματα του συγκεκριμένου χώρου. Η αριστερά ιστορικά δεν έχει τόση σχέση με το πελατειακό κράτος εκτός ίσως των περιπτώσεων που πρόλαβε να μείνει αρκετά στη θέση της κυβέρνησης. Όμως πρέπει να αναφερθεί και ο δεξιός λαϊκισμός ο οποίος στο όνομα της επικράτησης στην εξουσία παράγει λόγο και έργο που ικανοποιούν ακροδεξιά ακροατήρια. Τέτοια παραδείγματα είναι η απαγόρευση των αμβλώσεων σε διάφορες χώρες και η κακομεταχείριση μεταναστών και προσφύγων που μπορεί να φτάσει και σε δολοφονικές ενέργειες. Θέματα όπως το μεταναστευτικό δεν έχουν εύκολες και καθαρές λύσεις, όμως στις περιπτώσεις στις οποίες αναφερόμαστε πρόκειται για ακραία απάνθρωπες και εγκληματικές στάσεις. Η επίθεση σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, δε γίνεται μόνο για ιδεολογικούς ή λαϊκίστικους λόγους, αλλά και γιατί συχνά έτσι γίνεται πιο εύκολη η επίτευξη οικονομικών πολιτικών. Οι ομάδες που δέχονται επίθεση είναι πιο εύκολο να στερηθούν οικονομικών δικαιωμάτων και η διάσπαση της κοινωνίας με τη δημιουργία εσωτερικών εχθρών την κάνει πιο ευάλωτη στο να δέχεται συγκεκριμένες πολιτικές. Και βέβαια, στο πλαίσιο της συντήρησης της εξουσίας συνάπτονται ανίερες συμμαχίες με ακροδεξιά μορφώματα και πρακτικές, δίνοντάς τους όλο και πιο κεντρικό ρόλο στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι ενός τόπου. Στις πρακτικές συμπεριλαμβάνεται η αυξημένη επιτήρηση με χρήση τεχνολογιών παρακολούθησης αλλά και η επένδυση σε δυνάμεις καταστολής, οι οποίες παραδοσιακά έχουν ριζική σχέση με κινήματα ολοκληρωτισμού και η παρουσία τους ως επί το πλείστον καταπιέζει κινήματα που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και δίνει κυρίαρχη θέση στα ακροδεξιά πρότυπα. Σε αυτή τη βάση βάλλονται και ανεξάρτητοι οργανισμοί, το δικαστικό σύστημα, η διαφάνεια και ευνοείται η αστυνομική αυθαιρεσία, η διαφθορά, η υπονόμευση της διάκρισης των εξουσιών και η τρομοκράτηση των πολιτών ώστε να μην αντιδρούν. Οι άνθρωποι, τα κινήματα και οι οργανισμοί που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη διαφάνεια και το δίκαιο αποτελούν ανάχωμα σε αυτές τις πολιτικές.

    Τους εκάστοτε ακροδεξιούς οργανισμούς δεν πρέπει να τους βλέπουμε μόνο ως κοινωνικά φαινόμενα μα και ως παράγωγα ενεργής και εμπρόθετης δράσης των μελών τους ή και εξωτερικών παραγόντων. Ως προς τους εξωτερικούς παράγοντες, δεν είναι λίγα τα παραδείγματα πολέμων που έχουν διαλύσει τον κοινωνικό ιστό και άφησαν χώρο στην ανάδυση του ολοκληρωτισμού ή επεμβάσεων κρατών που για να πλήξουν μία κυβέρνηση ή να αποσταθεροποιήσουν μία κοινωνία στηρίζουν ή επιβάλλουν την άνοδο ολοκληρωτικών ρευμάτων και καθεστώτων. Ούτε είναι λίγα τα παραδείγματα όπου κρατικοί οργανισμοί λόγω συμφερόντων συμμαχούν με ολοκληρωτικά καθεστώτα και αφήνουν το λόγο και τις πρακτικές τους να αναπαράγονται και να αυγατίζουν εντός συνόρων και διεθνώς. Ως προς τη δράση των ίδιων των μελών των ακροδεξιών κινημάτων, υπάρχουν διαχρονικά ομάδες ανθρώπων, όχι λίγες φορές με παράδοση και συνέχεια στο χρόνο, οι οποίες έχουν μια σαφή ακροδεξιά ιδεολογία και πρακτική και οργανώνονται, σχεδιάζουν και δρουν για να τις πραγματοποιήσουν. Χρησιμοποιούν την κοινωνική δυστυχία και απελπισία, υποδαυλίζουν τα πιο άγρια και αντικοινωνικά αισθήματα των ανθρώπων, δημιουργούν εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς, κάνουν ομάδες, στρατολογούν μέλη, διασπείρουν ψέμματα και φτάνουν ακόμη και μέχρι το φόνο ατόμων που δε χωρούν στον κόσμο που θέλουν να διαμορφώσουν. Μετανάστες, ομοφυλόφιλοι, αλλόθρησκοι, φεμινιστές και αναρχικοί είναι μεταξύ άλλων στο στόχαστρό τους. Πέρα από τις συμμαχίες με το χώρο της δεξιάς υπάρχει και αυτός του κεφαλαίου το οποίο τους χρησιμοποιεί ώστε να διασπά, να ελέγχει και να απομυζεί την κοινωνία. Για παράδειγμα χρησιμοποιούνται μέσα μαζικής ενημέρωσης ελεγχόμενα από οικονομικά ισχυρές ομάδες για να προβάλουν και να ενισχύσουν ακροδεξιές τάσεις μέσα στην κοινωνία. Συγκεκριμένα τεχνολογίες όπως αυτές των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στην διάχυσης ακροδεξιών ιδεολογιών αλλά και στη δικτύωση μελών τέτοιων ομάδων. Αξίζει να τονιστεί ότι τα μέσα ενημέρωσης δεν ενισχύουν την άκρα δεξιά μόνο μέσα από την αναπαραγωγή του λόγου της. Η ενίσχυση γίνεται και λόγω έλλειψης αξιοπιστίας αλλά και καταιγισμού πληροφόρησης συγκεκριμένου περιεχομένου. Όταν τα μέσα ενημέρωσης χρησιμοποιούνται ως μηχανισμοί προπαγάνδας χάνουν την αξιοπιστία τους. Και όταν προβάλλονται μόνο αρνητικά γεγονότα οι άνθρωποι απελπίζονται και φοβούνται. Ο καταιγισμός πληροφοριών κάνει τη διαχείριση της πληροφορίας αδύνατη. Κατά συνέπεια ομάδες που θέλουν να διαχύσουν την προπαγάνδα τους βρίσκουν πρόσφορο έδαφος διότι μπορούν να διαδώσουν ό,τι πληροφορία επιθυμούν με τους ανθρώπους να μην έχουν μέσα ενημέρωσης για να την ελέγξουν. Άρα ας σημειώσουμε εδώ ότι η ανεξαρτησία και η άρτια λειτουργία των μέσων ενημέρωσης με κανόνες δεοντολογίας και δέσμευση στην αλήθεια είναι βασικό συστατικό μίας κοινωνίας ανθεκτικής απέναντι στον ολοκληρωτισμό.

    Επειδή μέχρι στιγμής η εστίαση έχει γίνει κατά βάση σε πολιτικούς χώρους που τείνουν να έχουν τα χαρακτηριστικά κόμματος, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η πολιτική ζωή ενός τόπου δεν εξαρτάται πλήρως ούτε από κομματικούς μηχανισμούς ούτε από κεντρικές εξουσίες. Το πιο πιθανό είναι ότι η ιστορία κινείται σε μεγάλο βαθμό από τις κοινότητες των ανθρώπων, όποιες αξίες και αν αυτές πρεσβεύουν. Η πολιτική παράγεται στην καθημερινή πρακτική κάθε ανθρώπου και κάθε ομάδας. Η σύνθεση των ιδεών και των πρακτικών ανθρώπων και ομάδων εν τέλει καθορίζει την κοινωνική ροή των πραγμάτων. Γι’ αυτό και πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τη σημασία των πράξεών μας στους κοινωνικούς και δημόσιους χώρους στους οποίους βρισκόμαστε αλλά και το ότι για να κατανοήσουμε την πραγματικότητα απαιτείται να αφουγκραζόμαστε τον δημόσιο, τον κοινωνικό και ιδιωτικό λόγο στην πλατεία, στην εργασία, στο σχολείο, στην καφετέρια, στο χωράφι, στο πανηγύρι, στο θέατρο, στο σπίτι… Τα φαινόμενα του ολοκληρωτισμού οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην προσπάθεια κεντρικών δομών όπως είναι ένα κράτος ή ένα κόμμα να αποσαθρώσουν τις κοινότητες των ανθρώπων (ομάδες, συλλογικότητες, σωματεία, τοπική αυτοδιοίκηση και πάει λέγοντας) και να τις καταστήσουν ανίκανες να παράξουν πολιτική και να λάβουν αποφάσεις, αφενός μονοπωλώντας την εξουσία αφετέρου οδηγώντας την κοινωνία στην παρακμή. Όμως και οι ίδιες οι κοινότητες και τα κινήματα βάσης έχουν πολλές αδυναμίες. Σε αυτές συγκαταλέγονται η αδυναμία των ανθρώπων να συνδεθούν, να επικοινωνήσουν με βάση το διάλογο και το σεβασμό, να αναπτύξουν στρατηγικές, να αναπτύξουν κοινές αξίες, το γνωστικό τους πεδίο, ήθη και να φροντίσουν να έχουν αυτές τις υλικές υποδομές που θα τους επιτρέπουν να συνεχίζουν το έργο τους. Στο ελληνικό πλαίσιο, είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε την περιχαράκωση διαφόρων κινημάτων σε συγκεκριμένα δογματικά ιδεολογικά πλαίσια, τα οποία οδηγούν διάφορες ομάδες σε απομόνωση και σύγκρουση με άλλες, προκαλώντας αδυναμία ενός κοινωνικού συντονισμού. Κάτι που αφορά και το χώρο της αριστεράς βέβαια, στον οποίο είναι δύσκολο να καταμετρήσει κανείς τον αριθμό τον κομμάτων και των διασπάσεων κομμάτων που έχουν γίνει ιστορικά. Επίσης, οι άνθρωποι που συμμετέχουν με ήθος σε κινήματα δείχνουν συχνά να απογοητεύονται εύκολα και να αποσύρονται από τα κοινά, γεγονός που αφήνει περαιτέρω χώρο δράσης σε τάσεις αμφισβητούμενου ήθους να επικρατούν.

    Αν η ιστορία κινείται σε μεγάλο βαθμό από τις κοινότητες των ανθρώπων, δε σημαίνει ότι ο κεντρικός συντονισμός είναι άνευ σημασίας. Απεναντίας αν κάθε άνθρωπος, ομάδα ή κοινωνία δρα χωρίς να λαμβάνει υπόψη όσους είναι εκτός της, δημιουργείται μία σοβαρή δυσαρμονία. Αυτό δεν επιλύεται παρά με το ο όποιος άλλος να λαμβάνεται υπόψη – πάντα σε ένα αξιακό πλαίσιο – και να υπάρχει συνεννόηση. Άρα καλούμαστε να βρούμε την αρμονική σχέση μεταξύ κεντρική λήψης αποφάσεων και αποκεντρωμένης. Διότι η πλήρης αποκέντρωση επίσης μπορεί αν οδηγήσει σε ολοκληρωτισμό στις επιμέρους ομαδοποιήσεις ή από κάποιες ομαδοποιήσεις προς άλλες. Ακόμη, πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ως ανθρωπότητα δε λύνονται χωρίς οικουμενικές διευθετήσεις. Η κλιματική καταστροφή, η πυρηνική απειλή, οι πόλεμοι, η ραγδαία ανάπτυξη ριζοσπαστικά καινοτόμων τεχνολογιών όπως αυτή της τεχνητής νοημοσύνης και της βιοτεχνολογίας βρίσκονται στον αστερισμό των βασικών προκλήσεων και απειλών που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα και που κανένα άτομο, ομάδα, κοινωνία ή κράτος δεν μπορούν να επιλύσουν από μόνα τους, γιατί η γνώση και οι πόροι που απαιτούνται είναι δυσθεώρητοι και γιατί ζούμε σε ένα κόσμο που η δράση καθενός έχει επιπτώσεις στον άλλο, κατά συνέπεια οι λύσεις δεν μπορούν να μην είναι συμπεριληπτικές με κάποιο τρόπο. Είναι χρέος μας να βρούμε αυτές τις λύσεις και γιατί είναι υπαρξιακοί οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν αλλά και γιατί όπως έχουμε ήδη πει, η καταστροφή και ο πόνος εντείνουν την παρουσία του ολοκληρωτισμού. Οπότε, γίνεται αντιληπτό πως αυτό που ονομάζουμε διεθνή κοινότητα, είτε το δούμε θεσμικά είτε μη θεσμικά, έχει να παίξει ένα κομβικό ρόλο είτε αυτός είναι η παγκόσμια συμφωνία για φορολόγηση εταιρειών είτε οι ειρηνευτικές διαδικασίες σεβόμενες την αυτονομία, την αξιοπρέπεια και την αυτοδιάθεση των πληθυσμών είτε μία κοινή πολιτική προστασίας από νέες τεχνολογίες είτε η μείωση της παραγωγής άνθρακα στην ατμόσφαιρα και η προστασία και ο σεβασμός της ζωής στον πλανήτη είτε οτιδήποτε άλλο σχετικό. Η αποτυχία της διεθνούς κοινότητας να παρέμβει ουσιαστικά σε όλα αυτά και ακόμη περισσότερα ζητήματα, είναι και ένα αίτιο για την ανάδειξη ολοκληρωτικών καθεστώτων και σχετίζεται άμεσα με τους λόγους που έχουμε ήδη περιγράψει και που θα περιγράψουμε στη συνέχεια για την ανάδυση του ολοκληρωτισμού στις κοινωνίες.

    Αφήνοντας τους αμιγώς πολιτικούς χώρους και με αφορμή τα μέσα ενημέρωσης, δε θα μπορούσε να μη γίνει αναφορά στο ρόλο του θεάματος στο πώς βιώνουν οι άνθρωποι την καθημερινότητά τους. Με την πάροδο των ετών και την άνοδο των κοινωνικών δικτύων, η ζωή έχει μεταφερθεί σε εικονικούς κόσμους που σε μεγάλο βαθμό είναι επίπλαστοι. Από τη μία πλευρά κυριαρχεί το φαίνεσθαι έναντι του είναι και δεν υπάρχουν ουσιαστικές πολιτικές και κοινωνικές διευθετήσεις και άρα έμπρακτη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων. Από την άλλη, μια πολύ μεγάλη μερίδα των ανθρώπων είναι παρατηρητές των ζωών των άλλων. Σωμάτων και εμπειριών άλλων, που δεν μπορούν να έχουν, και θαμπωμένοι από μια απατηλή λάμψη. Ενίοτε μοιράζονται και τα ίδια τα άτομα δικό τους υλικό, εξίσου συχνά χωρίς συναίσθημα ή ουσία απλώς για το φαίνεσθαι. Προφανώς και προκαλεί οργή και ματαίωση αυτή η αδυναμία βιώματος. Επιπλέον σε έναν εικονικό κόσμο μπροστά από μια οθόνη δεν μπορεί να υπάρχει ούτε ενσυναίσθηση ούτε αντίληψη της πραγματικότητας, Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι συχνά δεν έχουν αντίληψη του τι σημαίνουν στην πράξη οι ιδέες που υποστηρίζουν σε ένα ψηφιακό κοινωνικό δίκτυο γιατί πολύ απλά δεν έχουν εμπειρία ζωής εκτός οθόνης. Δε συνειδητοποιούν τον όλεθρο που μπορεί να σημαίνει στην πράξη μία ακροδεξιά πολιτική. Σε αυτή την εικονική πραγματικότητα γενικότερα και στον κόσμο του θεάματος αρωγός είναι και ένα σημαντικό κομμάτι του καλλιτεχνικού κόσμου. Πόσες φορές δεν υπάρχουν καλλιτεχνικές δημιουργίες με μόνο στόχο να εντυπωσιάσουν με θεαματικές αναπαραστάσεις και επίδειξη πλούτου, γνώσης, κύρους και λάμψης; Η τέχνη εν δυνάμει παίζει έναν ιερό και κοινωνικά απαραίτητο ρόλο να κάνει τους ανθρώπους κοινωνούς μιας ανθρώπινης εμπειρίας εμποτισμένης με αξίες. Όταν η τέχνη γίνεται θέαμα, χάνει την εν δυνάμει ιερότητά της και συχνά περνάει στη χυδαιότητα.

    Και φυσικά τίθεται και το ζήτημα της προσβασιμότητας της τέχνης, όπως και της επιστήμης. Συχνά γίνονται σε ένα κλειστό πλαίσιο και απευθύνονται σε λίγα και μυημένα άτομα. Και πολλές κομβικές αποφάσεις για την κοινωνία οι οποίες απαιτούν επιστημονική κατάρτιση, λαμβάνονται από ένα ιερατείο ειδικών, παραγκωνίζοντας ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Είναι βέβαιο πως δε γίνεται όλες οι εκφάνσεις της τέχνης και της επιστήμης να είναι άμεσα αντιληπτές από όλον τον κόσμο, όμως ένα κομμάτι τους είναι απαραίτητο να διαχέεται στην κοινωνία. Κάτι στο οποίο παίζει ρόλο και η μορφή και το περιεχόμενο στην οποία βρίσκονται (η γλώσσα, το γνωστικό επίπεδο) αλλά και η ευκολία στην πρόσβαση από οικονομικής άποψης. Για παράδειγμα, μπορούνε να γίνονται καλλιτεχνικά και επιστημονικά δρώμενα σε πάρκα, στο δρόμο και σε φεστιβάλ δωρεάν ή με μικρό αντίτιμο. Σημασία έχει και η συμμετοχή των ίδιων των ανθρώπων. Πραγματική καλλιέργεια υπάρχει με την προσωπική εμπλοκή. Όταν οι άνθρωποι δεν είναι απλοί θεατές αλλά συμμέτοχοι και συνδιαμορφωτές ενός καλλιτεχνικού ή επιστημονικού έργου. Ας μην ξεχνάμε πως όταν δεν πρόκειται για στρατευμένη στους σκοπούς της ακροδεξιάς τέχνη και επιστήμη, αυτή απεχθάνεται ως εχθρούς της και τις δύο, όπως και τους ανθρώπους που συμμετέχουν και δημιουργούν αυτόνομα και ελεύθερα και λαμβάνουν αποφάσεις για όσα τους αφορούν. Κάθε συγκεντρωτικό καθεστώς από όποια πολιτική παράδοση και να προέρχεται καταβάλλει προσπάθεια ελέγχου της λήψης αποφάσεων και καταστολής των συλλογικών διευθετήσεων.

    Σε αυτό το σημείο ας εστιάσουμε στην παιδεία, η έλλειψη της οποίας είναι κεντρικός παράγοντας που οδηγεί τις ακροδεξιές πολιτικές να ριζώσουν. Η ακροδεξιά χρησιμοποιεί κατά βάση ένα συνονθύλευμα ψεμάτων, θεωριών συνωμοσίας και παράλογων θέσεων όπως η ανωτερότητα κάποιας φυλής έναντι κάποιας άλλης, τακτικές οι οποίες δεν είναι αποτελεσματικές σε ένα καλλιεργημένο κοινό. Η άνοδος της ακροδεξιάς είναι ένδειξη προβληματικής παιδείας στις κοινωνίες μας. Επειδή το εκπαιδευτικό σύστημα διαφέρει από χώρα σε χώρα, θα χρησιμοποιηθεί το ελληνικό ως παράδειγμα. Η ύλη είναι προσαρμοσμένη σε μεγάλο βαθμό σε ένα τεχνοκρατικό πλαίσιο το οποίο δεν εκπαιδεύει ιδιαίτερα σε κοινωνικά ζητήματα. Η ύλη είναι πολλή με αποτέλεσμα τα παιδιά να μην μπορούνε να την αφομοιώσουν και να μην έχουν τη δυνατότητα να καλλιεργήσουν τη σκέψη τους, κάτι που γίνεται πιο έντονο από το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται αναχρονιστικά μοντέλα μετωπικής διδασκαλίας όπου ο εκπαιδευτικός καταιγίζει λεκτικά τις μαθήτριες και τους μαθητές με πληροφορίες τις οποίες καλούνται να αποστηθίσουν και να εφαρμόσουν σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ασκήσεων χωρίς ιδιαίτερη χρήση κριτικής σκέψης. Επίσης, τα παιδιά δεν έχουν χρόνο για παιχνίδι και δεν έχουν λόγο στο πρόγραμμα σπουδών τους. Το αποτέλεσμα είναι να εξαναγκάζονται να περνούν δώδεκα χρόνια από τη ζωή τους σε αντικείμενα που συχνά δεν τα ενδιαφέρουν, με ένα τρόπο διδασκαλίας που δεν τα εμπλέκει και είναι επιζήμιος για τη νόησή τους και χωρίς να καλλιεργούν τις νοητικές, συναισθηματικές και κοινωνικές τους δεξιότητες ιδιαίτερα. Οι εκπαιδευτικοί συχνά δεν έχουν την κατάλληλη κατάρτιση. Αν οι μαθήτριες και οι μαθητές θέλουν ή έχουν ανάγκη από καλύτερη εκπαίδευση χρειάζεται να πληρώσουν, που προϋποθέτει μία οικογενειακή οικονομική άνεση. Υπάρχει μια μεγάλη μερίδα που απεχθάνεται το σχολείο και περνάει ίσως το σημαντικότερο κομμάτι της ανάπτυξής της κάνοντας κάτι στο οποίο δε βρίσκει νόημα, είναι κακής ποιότητας και την καταπιέζει. Με την πάροδο των ετών αυτή η κατάσταση έχει ενταθεί και είναι εμφανές το αποτύπωμά της στις νεότερες γενιές και δεν αφήνει περιθώρια απορίας για τα προαναφερθέντα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα στην Ελλάδα. Εύκολα συνάγει κανείς από τα όσα γράφτηκαν πως η λιγότερη ύλη, η ολιστική εκπαίδευση που περιλαμβάνει τέχνη και κοινωνικά θέματα, ο ελεύθερος χρόνος των παιδιών και η αυτοδιάθεσή τους ως προς το τι μαθαίνουν και φυσικά ένα εκπαιδευτικό σύστημα στελεχωμένο από τα κατάλληλα άτομα βρίσκονται στην αιχμή της διευθέτησης των ζητημάτων της παιδείας.

    Πρέπει να μην παραβλέπουμε τη σημασία του ατόμου, της μονάδας στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Μέχρι στιγμής έχουμε μιλήσει για κοινωνικά φαινόμενα και ομαδικές δράσεις οι οποίες επηρεάζουν την κοινωνική πραγματικότητα. Όμως η κοινωνία και κάθε ομάδα αποτελείται από άτομα τα οποία φέρουν ευθύνες. Η ατομική και η κοινωνική ευθύνη είναι αλληλένδετες και αλληλοτροφοδοτούμενες. Ένας κομματικός μηχανισμός μπορεί να δημιουργεί πελατειακό κράτος με τα μέσα που διαθέτει όμως υπάρχουν και πελάτες που επιλέγουν τη συνδιαλλαγή. Υπάρχει μια μεγάλη μάζα ανθρώπων, η οποία έχει τεράστιο έλλειμμα κριτικής σκέψης, μνήμης, ηθικής ακεραιότητας, κοινωνικής ευαισθησίας και ενσυναίσθησης και παραγωγής έργου για το κοινό καλό. Ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που είναι απασχολημένος με την απόκτηση αγαθών, την επιβεβαίωση του εγωισμού του και τη βόλεψή του αποφεύγοντας οτιδήποτε κοπιαστικό ή που μπορεί να διαταράξει την ησυχία και την ασφάλειά του. Ο εγωισμός βρίσκεται στον πυρήνα τον ολοκληρωτικών καθεστώτων, καθώς ο ολοκληρωτισμός σημαίνει κατά βάση την άρνηση του άλλου. Η βόλεψη και η εμμονή στην ασφάλεια, χτίζουν την κοινωνική συναίνεση στις ολοκληρωτικές πρακτικές γιατί δεν υπάρχουν άνθρωποι να αντιταχθούν δυναμικά. Ας μην ξεχνούμε ότι οι νέες γενιές στο δυτικό κόσμο γαλουχούνται πιστεύοντας ότι είναι το κέντρο του κόσμου και ότι πάνω από όλα προέχει η ασφάλεια, η άνεση και το ατομικό τους συμφέρον. Ακόμη τα επιθετικά ένστικτα και η αδυναμία των ανθρώπων να ακούσουν, να συνυπάρξουν και να συμπεριλάβουν τον άλλο βρίσκονται στον πυρήνα πολλών δεινών. Είναι κατανοητό και συνάγεται και από όσα έχουν λεχθεί παραπάνω ότι υπάρχουν και πολύ σοβαρά κοινωνικά αίτια για αυτές τις συμπεριφορές, όμως στο βαθμό ελευθερίας του κάθε ατόμου βρίσκεται και η ευθύνη των πράξεών του. Πάντα υπάρχουν βαθμοί ελευθερίας, άλλοτε λιγότεροι άλλοτε περισσότεροι. Αυτή η συνειδητοποίηση σημαίνει πολλά ως προς το πώς εν τέλει δομείται μια κοινωνική συνθήκη ελευθερίας, πράγμα που ξεφεύγει από γελοία απλοϊκές λύσεις αντιπαράθεσης με ένα πρόσωπο, μία κυβέρνηση και ούτω καθεξής.

    Εδώ φτάνει το τέλος του δοκιμίου αυτού. Τα αίτια της ανόδου του ολοκληρωτισμού και της ακροδεξιάς είναι πολλά, περίπλοκα, πολυδιάστατα, πολυσύνθετα και δεν μπορούν εύκολα να εξαντληθούν ούτε σε αριθμό ούτε σε βάθος. Έγινε όμως μια προσπάθεια αναφοράς ίσως των πιο κομβικών εξ αυτών με κάποιες προτάσεις αντιμετώπισης. Η ίδια η ψηλάφηση ενός προβλήματος βέβαια συχνά μπορεί να δώσει απαντήσεις στην επίλυσή του. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η λύση είναι παράλληλα ατομική, συλλογή και διεθνής υπόθεση και δεν μπορεί να μην περνάει μέσα από τη στρατηγική διευθέτηση των συνθηκών κοινωνικής αντιξοότητας όπως η φτώχεια και η καταστροφή του περιβάλλοντος, την έμπρακτη δυναμική εναντίωση στις ακροδεξιές ρητορικές και πρακτικές και στον ολοκληρωτισμό, τη δημιουργία θετικής προοπτικής για τις κοινωνίες, τη συντονισμένη αποκέντρωση της εξουσίας, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη δόμηση κοινωνικής εμπιστοσύνης, του μοιράσματος και της αλληλεγγύης, το να τεθεί η τεχνολογία στην υπηρεσία των κοινών, την ενίσχυση και τη δημιουργία κοινοτήτων και τη συμμετοχή των ανθρώπων σε ένα κοινωνικό γίγνεσθαι βασισμένο στις ανάγκες και τις επιθυμίες τους και σε συγκεκριμένες αξίες. Αξίες που οφείλουν να έχουν ως άξονα τη συνέχεια και την εξέλιξη της ανθρωπότητας ιδωμένης ως ένα οργανικό μέρος της υπόλοιπης φύσης. Αξίες που δεν είναι απλώς θεωρητικές διατυπώσεις αλλά που συνδυάζονται με την έμπρακτη δράση και συμπεριλαμβάνουν στα θεμέλιά τους την παρατήρηση και την αντιδογματική εύρεση των αληθειών που βρίσκονται σε κάθε θέση και οπτική ώστε να δομηθεί η ζωτική σύνθεση.

19/11/2023

No comments:

Post a Comment

Note: Only a member of this blog may post a comment.